Τρίτη 19 Ιουλίου 2011

Ανάμνηση

















To φεγγάρι λούζει τα νερά
της σκούρας θάλασσας…
Γυναίκα που το κορμί της
επιπλέει στα απόνερα… νεκρή…
Η αράχνη που υφαίνει τον ιστό της,
φύλλο… φύλλο…
Δεν βλέπεις την αράχνη, μπλέκεσαι στον ιστό της
αυτό είναι όλο…
Λευκά στήθη λαμπιρίζουν στα νερά…
Σου φώναξα μα δεν με άκουσες…
Όταν πήρα την απόφαση να φωνάξω
ήσουν ήδη χιλιόμετρα μακριά…
όταν πήρα την απόφαση να ζήσω μαζί σου…
ζούσες ήδη μόνος…
Για μια πανσέληνο ζούμε αγάπη μου…
Σε μια πανσέληνο συναντηθήκαμε…
Σε μια πανσέληνο ελπίζω να σε δω ξανά…
Όλα είναι εφήμερα…
Το τώρα γίνεται χθες πριν ξημερώσει το αύριο…
Οι μέρες γίνονται μήνας πριν φτάσει 15…
Δεν υπάρχει αρχή… μέση… και τέλος…
Δεν υπάρχει σκέψη ανάλαφρη και ζωηρή…
Δεν υπάρχω εγώ χωρίς εσένα…
Που είσαι να με δεις γυμνή να περπατώ στο φεγγαρόφωτο;
Που είσαι να μου φιλήσεις το στήθος…
να μου κάνεις έρωτα τη νύχτα που το φεγγάρι θα γεμίσει;
Να ουρλιάζεις και να ξεσκίζεις τη σάρκα μου…
Εγώ… εσύ… και ο βουβός τους κόσμος…
Ουρλιάζουμε γυμνοί και ματωμένοι στις άγριες θάλασσες της Αιγύπτου…
Λουσμένοι από πάθη, μίση, έρωτες , ψέματα
και βρώμικες θλιβερές αλήθειες…
Κι ύστερα γεννάμε τους πρωτότοκους στα λασπόνερα
κάποιας, κάποτε πορφυρής, ξακουστής θάλασσας…
Τους πρωτότοκους λυκανθρώπους  που θα ξεσκίζουν
καθετί μοιάζει με σάρκα…