Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου 2018

Το τέρας

















Έπρεπε,έπρεπε να του είχε πει να προσέχει.
Γιατί είχε δει τα κόκκινα μάτια να τους κοιτάνε,
είχε νιώσει την θυμωμένη ανάσα στο λαιμό τους.
Ήτανε πάντοτε μαζί του,ότι και να συνέβαινε
εκείνη θα τον προστάτευε.
Δεν πρόλαβε να ακούσει το ουρλιαχτό του
απλά ένιωσε το αίμα της να παγώνει.
Έτρεξε δίχως να γνωρίζει την κατεύθυνση.
Ένιωθε το αίμα του να τρέχει.
Η γη είχε ανοίξει και εκείνη έτρεχε
προσπαθώντας να μην πέσει στην άβυσσο.
Όταν έφτασε φώναξε τόσο δυνατά,
εκείνος την άκουσε, μα δεν μπορούσε να την δει.
Όλο της το κορμί έτρεμε.
Ήτανε τόσο τρομαγμένη.
Έπρεπε να τον βρει. Θα πάλευε μόνη της.
Περάσανε μέρες, πάλευε, πάλευε,
δίχως πνοή, δίχως να χτυπάει η καρδιά της.
Έπρεπε να σκοτώσει αυτό το τέρας.
Έκλαιγε τόσο που δεν ήτανε εκείνη στη θέση του.
Το μόνο που έκανε ήτανε να ξεκοιλιάζει το κουφάρι του.
Είχε προλάβει και το έιχε σκοτώσει εκείνος,ο καλός της.
Οι ώρες δίχως την ανάσα του,
δίχως τα μάτια του, δίχως τα χέρια του,
ήτανε οι πιο τρομακτικές, οι πιο άδειες και πιο σκοτεινές της ζωής της.
Είχε αποφασίσει ότι και να γινότανε, θα τον ακολουθούσε.
Του έπλενε τα χέρια και τις πληγές από τα αίματα.
Κάθε σταγόνα που κυλούσε ένιωθε να φεύγει από το δικό της κορμί.
Του υποσχέθηκε,
ότι δεν θα άφηνε να γεννηθεί ξανά κάτι τόσο κακό στον κόσμο.
Του υποσχέθηκε,
ότι θα ήτανε πάντα εκεί να τον προστατεύει.
Θα νικήσει τον κακό δράκο. Θα τον σκοτώσει με το σπαθί της.
Θα νικήσουνε.

Θα μένω πάντα εδω
δίπλα σου.
Θα νικήσουμε.
Θα δεις.