Δευτέρα 25 Σεπτεμβρίου 2023

Ερωτικό V

 











Λούζω τα μαλλιά σου με το βρόχινο νερό,

τεντώνεις πίσω τον λαιμό σου και το νερό κυλάει στο ζεστό χώμα και φτιάχνει μικρά ποτάμια

μέσα στα οποία ονειρεύομαι για όλα όσα θα έρθουν και που θα μας βρει το επόμενο ξημέρωμα.

Διαλέγω το πιο απαλό σαπούνι για να σε πλύνω,

αφήνεσαι στο ζεστό νερό με τα χέρια σου κρεμασμένα να στάζει το νερό από τις άκρες των δαχτύλων σου

κάθε σταγόνα που πέφτει με ξεδιψάει, με ξεδιψάει από τη ζωή αγάπη μου.

Ξαπλώνω δίπλα σου και ακουμπάω το αυτί μου αργά – μην σε ξυπνήσω –

στην πλάτη σου, κλείνω τα μάτια μου και αφήνομαι στον ήχο της αναπνοής σου,

ο μοναδικός ήχος που με ηρεμεί, που με αγκαλιάζει τόσο ζεστά.

Ύστερα βάζω τη μύτη μου ανάμεσα από τις ωμοπλάτες σου και παίρνω την πιο βαθειά μου ανάσα,

μοσχομυρίζεις σαπόυνι και την μυρωδιά των λευκών σεντονιών που είχαμε κλέψει από τότε που δουλεύαμε σε εκείνο το ξενοδοχείο,

πόσο είχαμε γελάσει,

πόσο είχαμε κουραστεί.

Δεν φτάνει αυτή η ζωή σου λέω συνεχώς,

δεν φτάνει για να σε χορτάσω αγάπη μου.

Αν υπάρχει μια ιστόρια αγάπης, τόσο δυνατής,

τότε αυτή είναι η δική μας.

Ξεγλιστράω αργά από το κρεβάτι κάθε πρωί και πριν βγεί ο ήλιος στρέφω το βλέμμα μου ψηλά στο σύμπαν και το παρακαλώ να είσαι εσύ πάντα καλά,

και να εγώ να μπορώ πάντα να σε κάνω ευτυχισμένο και πάντα να μπορώ να σου λούζω τα μαλλιά σου και να σε μυρίζω, να σε φιλώ.

Κάθε βράδυ ζωγραφίζω ένα καμβά με όμορφα παστέλ χρώματα, τον ουρανό, τη θάλασσα, τα δάση, τις αμμουδιές, τα λουλούδια,

και όταν αποκοιμηθείς ήσυχα τον κρεμάω στον ουρανό για να δείς τον κόσμο το επόμενο πρωί όμορφο, όπως σου αξίζει αγάπη μου.

Δεν θα αφήσω πότε να δείς την ασχήμια του κόσμου αυτού, τη δική μου ίσως.

Δεν θα αφήσω ποτέ να σου σύμβει κάτι κακό, όχι πια, τώρα ξέρω πώς να σε προστατέψω,

έχω δυναμώσει πολύ για να μην φοβάσαι τίποτα.

Σε ξυπνάει η μυρωδιά του καφέ,

«Καλημέρα αγάπη μου», άλλη μια μέρα κοντά σου,

άλλη μια μέρα ευτυχίας και έρωτα.

Κοίτα ψηλά, όλα είναι τόσο όμορφα.

Σε αγαπώ, πάντα, κάθε φορά περισσότερο.

Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2022

Μαύρες σημαίες








Βρωμάει αυτός ο τόπος – βρωμάει από τα γεννοφάσκια του.

Μισώ τα πάντα σε αυτόν –

εκτός από τη φύση – αυτή την αγαπώ.

Κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ – όχι δεν προσεύχομαι, μην είσαι ανόητος!

Σκέφτομαι η επόμενη ημέρα να είναι αυτή που θα βρω επιτέλους

τη δύναμη να σταθώ μπροστά στο καθρέφτη και να βάλω τους αντίχειρες

μου στα μάτια μου και να τα τραβήξω έξω.

Να ξεσκίσω το λαιμό μου με τα νύχια μου -  να τραβήξω τον φάρυγγα μου έξω

και να τον κόψω με το ψαλίδι.

Με τους αγκώνες μου να τρυπήσω τα πλευρά μου και να τα σπάσω ένα-ένα.

Με την φτέρνα μου να μπω μέσα στη μήτρα μου

και να την κλωτσήσω δυνατά να πεταχτεί έξω από το σώμα μου.

Και ύστερα -  όταν θα έχω τελειώσει να έχει γεμίσει ο κόσμος –

διαμελισμένα σώματα.

Να στάζουν από τους ορόφους των κτιρίων αίματα –

να γεμίσουν όλοι οι δρόμοι κόκκινο – βαθύ – πικρό – πηχτό αίμα.

Να τους πνίξει αυτή η έντονη μυρωδιά του!

Ύστερα – ύστερα θα σβήσει η δική τους βρώμα – αυτή η λέρα που έχει απλωθεί

παντού στον κόσμο και σκοτώνει 16 χρονών αγόρια, βιάζει ανήλικα κορίτσια,

κόβει μισθούς, αιχμαλωτίζει πολιτικούς ήρωες, καίει δάση, στερεύει ποτάμια,

κάνει βασιλιάδες αφεντικά, χαιδεύει δολοφόνους  και  δεν τιμωρεί!

Ύστερα λοιπόν -  θα είναι όλη η Γης μια σταγόνα αίμα.

Δεν θα υπάρχουν μανάδες – κόρες – γιοί – αδέρφια – εραστές – φίλοι.

Δεν θα υπάρχουν καλοί – κακοί – φασίστες – αριστεροί.

Δεν θα υπάρχω εγώ ή εσύ.

Μην γίνεσαι ανόητος ξανά – φυσικά έχω σκεφτεί το μετά -  τη νίκη μας.

Όταν σωπάσουν οι κραυγές – οι σειρήνες – όταν σωπάσει  Αυτός ο κόσμος

τα παιδία -  που κρυφά θα έχουμε γεννήσει θα βγούν από τα κελάρια

γυμνά – αγνά – καθαρά – μόνο με τη μαύρη σημαία της Λουίζ Μισέλ,

του Νέστορα Μάχνο στα χέρια τους.

Θα συναντηθούν στο κέντρο της Γης –

θα κρατηθούν χέρι  - χέρι και με μια δυνατή πνοή θα καθαρίσουν όλο το αίμα –

δεν θα υπάρχει τίποτα – μόνο τα δάση, οι θάλασσες, οι παραλίες, τα ποτάμια,

τα βουνά, τα ζώα.

Από εκείνη τη στιγμή θα γραφτεί η πρώτη ημέρα της ανθρώπινης ύπαρξης στη Γη.

Από εκεί  - από τις μαύρες σημαίες στα χέρια των παιδιών μας.

 

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2022

Διανοητική κατάρρευση

 











Αισθάνομαι μια βελόνα να μπαίνει στο πίσω μέρος του κρανίου μου –

δεν μπορεί κανείς πια να μιλήσει – να πεί την αλήθεια του –

πρόσεχε τι λες, πώς το λες, σε ποιόν το λες.

Όχι! Θέλω να μιλήσω – να πω αυτό που αισθάνομαι –

Αυτό που μου καίει τα σπλάχνα!

Τι περιμένεις να μπω 2 μέτρα κάτω από το χώμα;

Αγαπώ αυτό που κάνω – μισώ τα αφεντικά – ΟΛΑ!

Όλοι τους είναι σιχαμένοι μύκητες!

Μετράμε τα καλοκαίρια γιατί μόνο αυτά έμειναν

να ζήσουμε ελεύθεροι – ήρεμοι – ευτυχισμένοι.

Να ερωτευττούμε – να κάνουμε έρωτα.

Έχω έναν σκοτάδι μέσα μου σαν πλάκα –

για τους γονείς – από εκεί μαθαίνουμε την ενοχή και πώς να λέμε ψέματα!

Κατάρα μου δίνω αν γίνω έτσι!

Πονάει όλο μου το σώμα – και το δικό του –

Πενθήμερη 8ωρη εργασία – σκατά στο λάκκο τους!

Ξαπλώνουμε τα βράδια στο κρεβάτι μας και πλέον δεν ονειροπολούμε,

αγκαλιά και να σκάμε στα γέλια σαν μικρά παιδιά.

Είμαστε τόσο κουρασμένοι που γυρίζουμε ο ένας την πλάτη του στον άλλο

και κοιμόμαστε βαθειά – για να ξεχάσουμε την επόμενη ίδια μέρα που μας περιμένει.

Λυπάμαι αγάπη μου – που γίναμε δέσμιοι της καθημερινότητας – της κανονικότητας –

της κοινωνίας – των γονιών μας.

Δεν θα σταματήσω να ονειρεύομαι και να σχεδιάζω την απόδραση μας!

 

Παρασκευή 5 Αυγούστου 2022

Στην Άνδρο










Η μορφή που φεύγει ρυθμικά

Η ζεστή άμμος που γλύφει τα δάχτυλα σου.

Η αλμύρα που γεύεσαι στα χείλη σου

Το κόκκινο - ζεστό δέρμα από το μεσημεριανό ήλιο.

Η θάλασσα που τρέχει σε όλα τα σημεία του κορμιού σου.

Η μυρωδιά των νησιώτικων σπιτιών το πρωί.

Η δροσιά της νύχτας που όμοια της στο κόσμο δεν υπάρχει.

Η αίσθηση των σεντονιών στο γυμνό καμένο κορμί.

Τα γλυκά ζουμιά του καρπουζιού που τρέχουν στο πηγούνι.

Τα γέλια στο αυτοκίνητο στη διαδρομή μετά τη θάλασσα.

Τα μεθύσια στις βραδινές παραλίες.

Ο ήχος της θάλασσας.

Η κορνίζα το πρωί από το παράθυρο της κουζίνας.

Ο καφές στην πλακόστρωτη αυλή, με γυμνά πόδια και φαρδιές μπλούζες.

Η γλυκιά μυρωδιά στο δέρμα από τα αντηλιακά και τις κρέμες.

Τα γέλια γύρω από το τραπέζι.

Το υπέροχο , ζεστό γεμάτο αγάπη φαγητό.

Οι πιο τρυφερές καλημέρες.

Οι πιο γλυκιές καλημέρες.

Η βόλτα στη Χώρα.

Οι βουτιές από τα βράχια.

Οι σοβαρές κουβέντες που δεν ολοκληρώνονται ποτέ.

Οι αγκαλιές.

Ο αποχωρισμός που δεν θέλεις να φτάσει ποτέ.

Η θλίψη της επόμενης ημέρας.

Ο μεγάλος ερωτικός Εμπειρίκος.

Τα τραγούδια στο αυτοκίνητο.

Τα φώτα στο λιμάνι τη νύχτα.

Ο αέρας που χαιδεύει το πρόσωπο.

Τα ρούχα που ανταλλάζονται για την βραδινή βόλτα.

Ο φάρος στην ευθεία των βράχων - Η Μικρά Αγγλία.

Η απόλυτη - ακατέργαστη χαρά.

Καλοκαίρι

Μαζί

Μυρωδιές






Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2020

ερωτικό IV

















Ακόμα δεν έχω γράψει το πιο ερωτικό μου
ποίημα για εσένα.
Θα μιλάει για το γυμνό κορμί, 
που περίτεχνα είναι πλασμένο.
Πόσο ακριβείς είναι οι γραμμές σε όλα του τα σημεία.
Θα μιλάει για τα πορφυρά χείλη, 
με πόση λεπτότητα είναι σχηματισμένα.
Θα μιλάει για τα μάτια, με πόση ζωντάνια και 
έμπνευση είναι εκεί και σε κοιτάζουν.
Θα μιλάει για τα μαλλιά σου, ω, αυτό το λαμπερό τους χρώμα 
και η απίστευτα μαλακή υφή τους.
Οι πιο όμορφες παλέτες χρωμάτων,
με προσεκτικές γραμμές και καθαρά πινέλα
σε ζωγράφισαν αγάπη μου.
Ακόμα δεν έχω γράψει το πιο ερωτικό μου 
ποίημα για εσένα.
Θα μιλάει για την σπάνια καλοσύνη
και την απρόσμενη σοφία.
Θα μιλάει για αυτή τη τεράστια,
κατακόκκινη καρδιά που έχεις,
πόσο σταθερά και ήρεμα χτυπάει πάντα.
Θα μιλάει για την αγάπη,
την αγάπη που μου έχεις.
Για την αγάπη μου,
τη πιο βαθειά, πιστή  μου αγάπη.
Που ξεκινάει τόσες χιλιάδες χρόνια πριν,
για εσένα, μόνο για εσένα.
Θα μιλάει για τον ηρωισμό απέναντι στο κακό.
Για το λευκό ενάντια στο μαύρο 
του κόσμου αυτού.
Θα μιλάει για το πόσο φοβάσαι τη θάλασσα,
μα για τη λατρεία που της έχω εγώ,
βουλιάζεις μέσα της.
Θα μιλάει για το ευγενικό άγγιγμα,
τον έρωτα που μου κάνεις -
μια σατέν λίμνη ηδονής.
Ακόμα δεν έχω γράψει το πιο ερωτικό μου 
ποίημα για εσένα.
Θα μιλάει για την ανάσα σου όταν κοιμάσαι,
για αυτή την ανάσα που λατρεύω
και μυρίζει Άνοιξη.
Θα μιλάει για τον ήχο του γέλιου σου,
δεκάδες όμορφες νότες
και τον ήχο που κάνουν τα δάχτυλα σου
όταν περπατάς,
που όμοιος του δεν υπάρχει, μοναδικός.
Θα μιλάει για τα χέρια σου
και το δαχτυλίδι με τη βυσσινή πέτρα που φοράς.
Θα μιλάει για τη μυρωδιά 
και τη γεύση που έχεις,
που δεν χορταίνω να γεύομαι.
Ακόμα δεν έχω γράψει το πιο ερωτικό μου 
ποίημα για εσένα.
Θα μιλάει μόνο για εσένα,
αγάπη μου,
μοναδικέ,
παντοτινέ,
ευγενικέ μου έρωτα.

Σάββατο 8 Αυγούστου 2020

Αφράτα Σύννεφα


Τα σύννεφα αλλάζουν σχήματα

τοσο γρήγορα.

Γεμίζουν και αδειάζουν 

τόσο γρήγορα.

Κινούνται τόσο γρήγορα.

Είναι όμως φορές,

που γεμίζουν τόσο αργά

και γίνονται αφράτα, 

λευκά, βαμβακερά.

Ειναι φορές που

κινούνται τόσο αργά

και σε ενα μόνο σύννεφο

μπορείς να φτιάξεις δεκάδες σχέδια.

Χάνονται οι μέρες

που κινούνται όλα αργά,

που προλαβαίνεις να τα δείς,

να τα χορτάσεις.

Που είναι λευκά.

Ο ήχος της αστραπής 

όταν χτυπάει στο χώμα.

Ο ήχος των κυμάτων στα βράχια.

Ο ήχος της αμμουδιάς τη νύχτα.

Η μυρωδιά της βροχής.

Η μυρωδιά του ηλιοκαμένου δέρματος.

Η μυρωδιά του έρωτα.

Το χρώμα της χαράς.

Το χρώμα του φόβου.

Το χρώμα της απόγνωσης.

Η αίσθηση του Όλου

και η αίσθηση του Κενού.

Φαντάσου...

                                                                                                        Στην Σίσσυ,

Τετάρτη 29 Ιουλίου 2020

Σε αποχωρίζομαι

Τον ήξερα τον Θάνατο
άκουγα τόσο συχνά για Εκείνον.
Δεν τον είχα γνωρίσει
έως τώρα από κοντά.
Αυτό που είχα καταλάβει
για Αυτόν,
ήτανε ότι είναι σκληρός,
αδιάλλακτος, ξαφνικός,
αδυσώπητος, βίαιος
και στις πιο τυχερές περιπτώσεις,
ίσως γαλήνιος.
Δεν είχε Πάρει
κάποιον δικό μου
που να αγαπώ πολύ.
Έτσι, υπήρχε πάντα
μια απόσταση ασφαλείας
μαζί του.
Τον είδα λοιπόν,
να τριγυρνάει μήνες τώρα
γύρω γύρω
από το κρεβάτι Της.
Τόσο χλωμός, ψηλός,
ψυχρός, με σάπιο μώβ δέρμα, γυμνός.
Τον αντιπαθούσα,
αλλά τον πλεύριζα
για να Την πάρει κοντά του,
ταλαιπωρούνταν!
Τον γνώρισα λοιπόν επίσημα
εκείνο το Σάββατο.
Στο ανέκφραστο μέτωπο Της
Στο άψυχο σώμα Της
Στα κλειστά Της μάτια
Στη νεκρή μορφή Της.
Εκείνος ήτανε εκεί,
στο πλάι της.
Του ήμουν υπόχρεη
που Την είχε ξεκουράσει,
Την είχε ελευθερώσει πια.
Τον σιχαινόμουν όμως τόσο,
ήθελα να φύγει!Να φύγει!
Όταν φίλησα το μέτωπο Της
ήτανε τόσο παγωμένο
που έκανε το αίμα μου
πηχτό, χωρίς ρύση.
Κάτω απο τον καυτό ήλιο του Ιούλη,
μαυροντυμένες, της τραγουδούσαμε
το τελευταίο, τον χαιρετισμό,
το αγαπημένο της τραγούδι.
Ο ήλιος έκαιγε τους ώμους μας,
Εκείνη ήτανε δροσερή,
ήρεμη, ήτανε ήδη απούσα.
Το τελευταίο "κρεβατάκι της",
έτσι έλεγε. 
Το χώμα είναι βαρύ,
είναι βαρύ, είναι βαρύ!
Όταν πια Εκείνη χάθηκε,
Ο Θάνατος με αποχαιρέτησε,
"Είς το Επανιδείν", μου είπε.
Του χρωστάω, για αυτή τη φορά.
Μα, μην έρθει ποτέ στιγμή
να μου χρωστάει Εκείνος.
                                                                                               Καλό σου ταξίδι