Κοιτάζω από το μικρό παράθυρο
του λευκού δωματίου
και διακρίνω μόνο τη σκιά σου.
Τα πόδια μου βουλιάζουν στο χώμα
και μακραίνουν τόσο που
κόβονται οι τένοντες μου.
Γίνομαι δέντρο
να σταθείς στη σκιά του
και να εμπνευστείς
τις πιο δυνατές μάχες.
Τα χέρια μου ανοίγουν τόσο
που το στέρνο μου σκίζεται στα δύο.
Γίνομαι θάλασσα
να δροσίσεις τα σωθικά σου,
να ξεπλύνεις τις πληγές
της ζωής σου που
σιχαίνεσαι χρόνια τώρα.
Το μουνί μου ανοίγει
για να μπεις ολόκληρος
μέσα του, να κρυφτείς
στη σκοτεινή, υγρή μου μήτρα,
να ξεχάσεις την βία των άλλων,
να μισήσεις όσο μπορείς
αυτούς που δεν ήξεραν
και απλά φτύνανε λέξεις,
να αγαπήσεις αυτούς που
τα μάτια τους σου γελάγανε.
Ο λαιμός μου
μακραίνει τόσο που
μοιάζει σαν ένας τεράστιος σωλήνας.
Για να μπορέσεις εσύ
να φωνάξεις την αλήθεια
του κόσμου,
για να ουρλιάζεις τις νύχτες
να μένουν άγρυπνοι
όσοι σκοτώνουν.
Τα μάτια μου
κοκκινίζουν, καίνε,
οι κόρες τους διαστέλλονται.
Για να δεις εσύ
μέσα από αυτά
και να σβήσεις κάθε τι
άσχημο και άδικο
και να ζωγραφίσεις έναν κόσμο
σαν αυτόν που
φωνάζουμε στους δρόμους.
Το κρανίο μου
διογκώνεται και σπάνε τα κόκαλα του.
Για να δεις, να ακούσεις,
να νιώσεις, να μιλήσεις, να γευτείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου